0000007476
Το διήγημα του ΝΙΚΟΥ ΚΑΒΒΑΔΙΑ «Του πολέμου» δραματοποιημένο για την τηλεόραση, σε σκηνοθεσία ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΑΛΗΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ.
Κωδικός Τεκμηρίου
0000007476
Τύπος ψηφιακού αρχείου
Βίντεο
Τίτλος
ΠΟΛΕΜΟΥ, ΤΟΥ
Χρονολογία Παραγωγής
1977
Ημερομηνία Πρώτης Προβολής
Σκοπός
ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ
Είδος
ΜΟΝΟΘΕΜΑΤΙΚΟ / ΟΧΙ-ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΑ
Χαρακτηρισμός
ΑΥΤΟΤΕΛΕΣ
Κατηγορία
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΗΛΕΤΑΙΝΙΕΣ
Περίληψη
Το διήγημα του ΝΙΚΟΥ ΚΑΒΒΑΔΙΑ «Του πολέμου» δραματοποιημένο για την τηλεόραση, σε σκηνοθεσία ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΑΛΗΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ.
Περιγραφή Περιεχομένου
Τηλεταινία βασισμένη στο διήγημα του ΝΙΚΟΥ ΚΑΒΒΑΔΙΑ «Του πολέμου», με θέμα την ιστορία ενός Έλληνα στρατιώτη την περίοδο του πολέμου του 1940. Η αφήγηση των γεγονότων είναι πρωτοπρόσωπη. Ο Έλληνας βαδίζει στα βουνά της Αλβανίας και κατευθύνεται στο Δελβίνο. Με το μουλάρι του φορτωμένο με υγειονομικό υλικό, κουράζεται από το περπάτημα και ζητά καταφύγιο στο σπίτι ενός γέροντα Αρβανίτη Τόσκου. Ο Αρβανίτης αρνείται να του προσφέρει φιλοξενία, γιατί στο σπίτι του βρίσκεται ο πληγωμένος στο πόδι γιος του, που συμμάχησε με τους Ιταλούς. Όταν αλλάζει γνώμη και του προσφέρει στέγη, τροφή και τσίπουρο, η καχυποψία υποχωρεί και του συστήνει τον γιο του. Ο Έλληνας δίνει τις πρώτες βοήθειες στον γιο του Aρβανίτη και μιλά για τον άλλο γιο του γέροντα, που γνώρισε από διηγήσεις όταν βρισκόταν στην Αργεντινή. Η φιλοξενία έδωσε την ευκαιρία στον Αρβανίτη και τον Έλληνα να δείξουν τα αγνά αισθήματα που τρέφουν ο ένας για τον άλλον, ακόμα κι αν ανήκουν σε διαφορετικές παρατάξεις και θρήσκευμα, σε μια ατμόσφαιρα που μοιάζει σαν να μη μαίνεται ο πόλεμος. Όταν πια ξημερώσει, ο Έλληνας συνεχίζει το ταξίδι του.
Τίτλοι έναρξης (σε όλη τη διάρκεια της παρουσίασης των τίτλων παρακολουθούμε σκηνές από τον Αγώνα, την Κατοχή και την Απελευθέρωση).
00:04:17:00
Ένα βροχερό απόγευμα. Ένας Έλληνας στρατιώτης με ένα φορτωμένο με υγειονομικό υλικό μουλάρι κατεβαίνει «τους κατσικόδρομους της παραλιακής Αλβανίας» και κατευθύνεται στο ΔΕΛΒΙΝΟ. Ακούμε τις σκέψεις του. Λέει ότι περπατάει ώρες ολάκερες, δεν έχει συναντήσει «ψυχή» στο δρόμο. Δεν ξέρει, λέει, πόσο θα βαστάξει. «Είν’ ατίμωση ένας θάνατος από γλυκό νερό μέσα στη λάσπη», λέει αναφερόμενος στη βροχή που πέφτει ολοένα.
00:05:53:00
Ένα χαμόσπιτο, δίπλα ένας σταύλος. Ακούγονται πρόβατα, κόκορας και σκυλί. Ένας γέροντας Αρβανίτης Τόσκος έρχεται απ’ έξω. Ακούει ένα σφύριγμα. Είναι σήμα κινδύνου. Τρέχει να δει.
00:06:13:00
Ένας άλλος στρατιώτης ντυμένος με ιταλική στρατιωτική περιβολή κουράζεται από το περπάτημα. Έχει πληγωμένο το πόδι του. Λυγάει. Σφυρίζει για να τον ανακαλύψουν. Έρχεται ο γέροντας Αρβανίτης Τόσκος. Ψάχνει να τον βρει. Φτάνει κοντά, δεν τον βλέπει. Είναι ο γιος του Αρβανίτη.
00:07:10:00
Βροχή. Ο Έλληνας στρατιώτης με το μουλάρι του συνεχίζει το δρόμο του στα βουνά της ΑΛΒΑΝΙΑΣ.
00:07:35:00
Ο γέροντας Αρβανίτης Τόσκος κουβαλάει τον πληγωμένο στο πόδι γιο του στις πλάτες του.
00:07:46:00
Ο γέροντας Αρβανίτης Τόσκος κουβαλάει τον πληγωμένο γιο του στις πλάτες του. Φτάνουν στο χαμόσπιτο. Ο Αρβανίτης κοιτάει γύρω του. Τον αποθέτει. Ανοίγει την πόρτα. Τον βάζει μέσα. Έξω ακούγεται η βροχή.
00:08:46:00
Βροχή. Ο Έλληνας στρατιώτης με το μουλάρι του συνεχίζει το δρόμο του στα βουνά της ΑΛΒΑΝΙΑΣ.
00:09:03:00
Μέσα στο χαμόσπιτο. Έξω ακούγεται η βροχή. Έχουν μπει μέσα ο γέροντας Αρβανίτης Τόσκος και ο γιος του. Είναι ακόμα λιπόθυμος. Ο Αρβανίτης τον φροντίζει, τον έχει τοποθετήσει κοντά στη φωτιά να ζεσταθεί. Βάζει μια λεκάνη να συλλέξει νερό.
00:10:43:00
Βράδυ. Έξω από το χαμόσπιτο του γέροντα Αρβανίτη Τόσκου. Φτάνει ο Έλληνας στρατιώτης με το φορτωμένο μουλάρι του. Χτυπάει την πόρτα. Ο Αρβανίτης δεν του ανοίγει, του μιλάει μέσα από το σπίτι. Ο Έλληνας του λέει ότι θέλει να ισιώσει το σαμάρι στο μουλάρι του. Ο Αρβανίτης και πάλι αρνείται να του ανοίξει λέγοντας ότι είναι άρρωστος και εκείνος απαντά ότι θα κάτσει έξω μέχρι να σταματήσει η βροχή. Ο Αρβανίτης βγαίνει και τον βοηθά να σελώσει το μουλάρι του. Ο Έλληνας του ζητά νερό και δεν του δίνει. Ο Αρβανίτης του δίνει οδηγίες για να φτάσει στο ΔΕΛΒΙΝΟ. Του ζητάει να μείνει στο σταύλο για το βράδυ και ο Αρβανίτης αρνείται. Ο Αρβανίτης του λέει τελικά να μπει στο σπίτι.
00:13:16:00
Μέσα στο χαμόσπιτο του γέροντα Αρβανίτη Τόσκου. Έχουν μπει ο Αρβανίτης και ο Έλληνας στρατιώτης. Ο Αρβανίτης έχει προλάβει να κρύψει το γιο του και λέει στον Έλληνα να κρεμάσει τα ρούχα του να στεγνώσουν και κατόπιν να φύγει. Ο Έλληνας βλέπει μια παλιά φωτογραφία του άλλου γιου του γέροντα ονόματι ΓΚΙΓΚΙ ΜΗΤΡΟ από την ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ το έτος 1937. Έπειτα κάθεται κοντά στη φωτιά. Ο Αρβανίτης του δείχνει τη φωτογραφία και του λέει ότι είναι ο γιος του. Τον θυμάται, του λέει τα χαρακτηριστικά του και ότι έχει ένα μικρό κόμπιασμα στη φωνή. Ο δύσπιστος Αρβανίτης πείθεται τελικά ότι τον γνωρίζει και τον φιλοξενεί. Ο Αρβανίτης πηγαίνει για λίγο στο διπλανό δωμάτιο για να δει τον πληγωμένο γιο του και ξανάρχεται. Προσφέρει στον Έλληνα τσίπουρο. Ακούμε τις σκέψεις του Έλληνα: Πίνει και θυμάται την ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ, τα ταξίδια του και τους Αρβανίτες της ΧΙΜΑΡΑΣ που δούλευαν στους φούρνους. Τον ΓΚΙΓΚΙ ΜΗΤΡΟ δεν τον είχε γνωρίσει ποτέ του. Του είπε ότι παντρεύτηκε στη ΔΡΟΒΙΑΝΗ. Ο Αρβανίτης του λέει ότι έφυγε δύο μέρες πριν μαζί με τη γυναίκα του Αρβανίτη, ακολουθώντας τους Ιταλούς. Φοβήθηκε, λέει, τα ελληνικά λεφούσια. Ο ίδιος έμεινε για τα πρόβατα. Ο Αρβανίτης πηγαίνει πάλι στο διπλανό δωμάτιο να δει τον άλλο του γιο και ξαναμπαίνει. Ο Έλληνας σκέφτεται ότι αν έμπαινε ο ΓΚΙΓΚΙ ΜΗΤΡΟΣ στο σπίτι δε θα είχε να φοβηθεί τίποτα. Μιλήσανε για τον ΓΚΙΓΚΙ ΜΗΤΡΟ, χωρίς ποτέ ο στρατιώτης να τον έχει δει. Ο Αρβανίτης τον ρωτάει αν είναι Χριστιανός, ο Έλληνας του αντιστρέφει το ερώτημα, ο Αρβανίτης απαντάει ότι αλλαξοπίστησε με τη βία. Επισημαίνει ότι η γυναίκα του και η γιαγιά του είναι Χριστιανές και του δείχνει ένα θαυματουργό βυζαντινό κειμήλιο. Στην ερώτηση του Αρβανίτη αν πιστεύει στον Θεό, ο Έλληνας απαντάει ότι πιστεύει «στο φιλότιμο, στην καλοσύνη, στην μπέσα». Του λέει να πάνε μέσα να του δείξει το γιο του.
00:21:09:00
Στο διπλανό δωμάτιο του χαμόσπιτου που βρίσκεται ο γιος του και αναπαύεται. Μπαίνουν ο γέροντας Αρβανίτης Τόσκος και ο Έλληνας. Σε ένα κρεβάτι κείτεται ο γιος του. Ξυπνάει. Ο Αρβανίτης του λέει ότι είναι ο άλλος του γιος, που πληγώθηκε στο πόδι και έμεινε πίσω. Τον κουβάλησε στην πλάτη μέχρι το χαμόσπιτο, άλλη βοήθεια δεν μπορεί να του δώσει. Ο Έλληνας βλέπει το τραύμα του και λέει ότι θέλει ζεστό νερό και ότι εκείνος θα πάρει το υγειονομικό υλικό από το μουλάρι του να τον γιατρέψει. Βγαίνουν.
00:22:38:00
Στο διπλανό δωμάτιο του χαμόσπιτου που βρίσκεται ο γιος του γέροντα Αρβανίτη Τόσκου και αναπαύεται. Ξαναμπαίνουν ο γέροντας και ο Έλληνας στρατιώτης. Στο κρεβάτι κείτεται ο γιος του Αρβανίτη. Ο Έλληνας φροντίζει τον γιο του Αρβανίτη, ο γέροντας πάει να φέρει το νερό και ξαναμπαίνει. Ο γιος του Αρβανίτη βογκάει από τους πόνους, ο Αρβανίτης δεν μπορεί να ακούει. Βγαίνει και κρυφακούει.
00:25:58:00
Στο πρώτο δωμάτιο του χαμόσπιτου. Εκεί βρίσκεται ο γέροντας Αρβανίτης Τόσκος. Μπαίνει ο Έλληνας στρατιώτης που έχει τελειώσει το γιατροσόφιασμα στο γιο του Αρβανίτη. Του λέει ότι σε δύο εβδομάδες θα περπατάει. Ο Έλληνας κάθεται, κάνει τσιγάρο, προσφέρει στον Αρβανίτη, παίρνει. Ο Αρβανίτης του λέει ότι θα του προσφέρει φαγητό, ο Έλληνας του λέει ότι πια δεν πεινάει. Ο Αρβανίτης του λέει ότι τώρα μπορεί να εξηγήσει γιατί δεν του άνοιξε πριν, ανταπαντά ότι θα μπορούσε να κοιμηθεί στο σταύλο. Ο Αρβανίτης απαντά ότι εκεί είχε κρύψει την αρματωσιά του. Ο Αρβανίτης του μιλάει για τη συμμετοχή των Αρβανιτών Γκέγκηδων στον πόλεμο με τους Ιταλούς και ότι οι Αρβανίτες Τόσκοι αγαπούν τους Έλληνες και ότι πήγαν με τους Ιταλούς με το ζόρι. Ο Έλληνας λέει να φύγει και ο Αρβανίτης τον σταματά, γιατί υπάρχουν λύκοι στον τόπο. Μένει. Τρώει. Αφού τελειώνει το φαγητό ο Αρβανίτης ξαπλώνει, ο Έλληνας κοιτάζει μια φωτογραφία, ξαπλώνει κι εκείνος κοντά στη φωτιά.
00:34:45:00
Έχει ξημερώσει. Ο γέροντας Αρβανίτης Τόσκος και ο Έλληνας στρατιώτης έχουν βγει έξω. Ο Αρβανίτης μόλις έχει αρμέξει.
00:35:28:00
Στο διπλανό δωμάτιο του χαμόσπιτου του γέροντα Αρβανίτη Τόσκου που βρίσκεται ο γιος του Αρβανίτη και αναπαύεται. Καπνίζει. Ο Έλληνας στρατιώτης μπαίνει. Κοιτάζει το τραύμα του. Ο γιος του Αρβανίτη του προσφέρει τσιγάρα, ο Έλληνας τα μοιράζει στους δυο τους. Ο Έλληνας του εύχεται «περαστικά» και ο γιος του Αρβανίτη «καλή πατρίδα». Ο Έλληνας κοντοστέκεται, βγαίνει.
00:36:27:00
Έξω από το χαμόσπιτο. Ο Έλληνας ετοιμάζει το μουλάρι του. Από το σπίτι βγαίνει ο γέροντας Αρβανίτης Τόσκος, του δίνει τρόφιμα για το δρόμο. Φεύγουν μαζί.
00:37:01:00
Στα αλβανικά βουνά. Στο ποτάμι. Ο γέροντας Αρβανίτης Τόσκος και ο Έλληνας στρατιώτης προχωρούν με το μουλάρι. Ο Αρβανίτης του δίνει οδηγίες πώς να περάσει το ποτάμι και πώς να φτάσει στο ΔΕΛΒΙΝΟ και του χαρίζει τη θαυματουργή βυζαντινή εικόνα. Δεν τη δέχεται, την αφήνει στο γέροντα που είναι γεμάτος πίστη. Ο Έλληνας συνεχίζει το δρόμο μόνος του με το μουλάρι. Ακούμε τις σκέψεις του: «Άραγε πού αρχινάει ο μύθος. . . Πού φτάνει η αλήθεια. . . Πού η αλήθεια κόβει το μύθο. . . Πού τελειώνει. . . Πού τον ξεπερνάει. . . ;».
00:39:28:00
Τέλος.
Θεματική Κατηγορία
ΤΕΧΝΕΣ & ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΙΣΤΟΡΙΑ
Θεματικοί Όροι
διήγημα, δραματοποίηση, Κατοχή, Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Αναφορές
ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ, συγγραφέας
«ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ», διήγημα
Γεωγραφικός Προσδιορισμός
Γλώσσα Περιεχομένου
ΕΛΛΗΝΙΚΗ
Δημιουργός
Παραγωγή: ΕΡΤ ΑΕ
Εκτέλεση: ΔΙΑΥΛΟΣ Ε.Π.Ε.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία:
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΛΗΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Διεύθυνση παραγωγής:
ΑΓΓΕΛΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ
Τίτλος λογοτεχνικού έργου:
ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Συγγραφέας:
ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ
Ηθοποιοί:
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΜΑΡΑΓΔΑΣ
ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΣ ΓΚΟΤΣΗΣ
Σενάριο:
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΟΥΛΗΣ
Σκηνικά-Κοστούμια:
ΛΑΛΟΥΛΑ ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΥ
Φωτογραφία:
ΑΡΙΣ. ΣΤΑΥΡΟΥ
Φωτογράφος:
ΑΛΕΞΗΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ
Μοντάζ:
ΤΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ήχος:
TONE STUDIO
Φωνοληψία:
ΜΙΜΗΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
Μιξάζ:
ΘΑΝΑΣΗΣ ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ
Εμφάνιση-Εκτύπωση:
CINEMAGIC
Βοηθός οπερατέρ:
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΠΕΡΜΠΕΡΑΚΗΣ
Μπούμαν:
ΜΙΜΗΣ ΚΙΜΩΛΙΑΤΗΣ
Ηλεκτρολόγοι:
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΣΑΜΙΩΤΗΣ
ΗΛΙΑΣ ΚΑΤΣΙΜΠΑΡΔΗΣ
Ειδικό φροντιστήριο:
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Σχετικά Θέματα
Δικαιώματα
ΕΡΤ ΑΕ
Διάρκεια
00:39:49:00
Φυσικά – Τεχνικά Χαρακτηριστικά
Πρωτότυπο Μέσο: ΦΙΛΜ
Εικόνα: ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΗ
Χρηματοδότηση Ψηφιοποίησης/Τεκμηρίωσης
ΚΟΙΝΩΝΙΑ της ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ, Πρόσκληση 65
Τελευταία Ενημέρωση
04/11/2009